μερισμός

μερισμός
-οῦ + N 2 0-1-0-1-0=2 Jos 11,23; Ezr 6,18
division Jos 11,23; μερισμοί subdivisions, orders Ezr 6,18

Lust (λαγνεία). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • μερισμός — dividing masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μερισμός — ο (ΑM μερισμός) [μερίζω] 1. μοίρασμα, μοιρασιά, διανομή 2. διχοτόμηση, χωρισμός στα δύο 3. κατανομή, καταμερισμός 4. (λογ.) φρ. «μερισμός αντίφασης» καθορισμός τών στοιχείων αντιφάσεως, διαίρεση σε αντιφατικές προτάσεις ή έννοιες νεοελλ. μσν.… …   Dictionary of Greek

  • μερισμός — ο διαίρεση, μοίρασμα: Έγινε μερισμός των περιουσιακών στοιχείων της οικογένειας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μερισμοῖς — μερισμός dividing masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μερισμοί — μερισμός dividing masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μερισμοῦ — μερισμός dividing masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μερισμούς — μερισμός dividing masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μερισμῶν — μερισμός dividing masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μερισμῷ — μερισμός dividing masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μερισμόν — μερισμός dividing masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Demosthene — Démosthène Pour les articles homonymes, voir Démosthène (homonymie). Buste de Démosthène, copie romaine d une statue de Polyeuctos, musée du Louvre …   Wikipédia en Français

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”